Δύο σπουδαίες και ηρωικές Ελληνίδες: Λέλα Καραγιάννη και Ηρώ Κωνσταντοπούλου

Στη ζωή και, κυρίως, στη δράση τους στα χρόνια της Κατοχής, θα αναφερθούμε στο σημερινό μας άρθρο.

Λέλα Καραγιάννη: Πρότυπο ηρωίδας μητέρας

Η Λέλα (Ελένη) Καραγιάννη, γεννήθηκε στη Λίμνη της Εύβοιας το 1898. Πατέρας της ήταν ο Αθανάσιος Μινόπουλος και μητέρα της η Σοφία Μπούμπουλη, σπετσιώτικης καταγωγής, απόγονος της θρυλικής Μπουμπουλίνας. Ο πατέρας της πέθανε νωρίς και η οικογένειά της μετακόμισε αρχικά στη Χαλκίδα και στη συνέχεια στην Αθήνα.

Στη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων, η νεαρή Λέλα εντάχθηκε στο Σώμα Εθελοντριών Αδελφών του Ερυθρού Σταυρού και αποσπάστηκε στη Θεσσαλονίκη. Εκεί γνώρισε τον αξιωματικό του Στρατού Νικόλαο Καραγιάννη, από τον Μπουρνόβα της Σμύρνης, τον οποίο, ανάμεσα σε άλλους περιέθαλψε. Ο Καραγιάννης, που έγινε στη συνέχεια σύζυγός της, μετέφερε τις επιχειρηματικές δραστηριότητες της οικογένειάς του, ήταν αρωματοποιοί και φαρμακέμποροι, στην Αθήνα (Ομόνοια).

Από τον ευτυχισμένο γάμο τους, απέκτησαν επτά παιδιά. Με την είσοδο όμως των γερμανικών στρατευμάτων κατοχής στην Ελλάδα (Απρίλιος 1941), η Λέλα εγκατέλειψε την ειρηνική ζωή και, με δική της πρωτοβουλία, ανέπτυξε δραστηριότητα, συγκροτώντας αντιστασιακή ομάδα (στην οποία μετείχαν και ο σύζυγος με τα παιδιά της) που βοηθούσε στην απόκρυψη και φυγάδευση δεκάδων Ελλήνων και Βρετανών πολεμιστών στη Μέση Ανατολή.

Γρήγορα η δράση της έγινε αντιληπτή. Τον Ιούνιο του 1941, οι Γερμανοί συνέλαβαν τρία από τα παιδιά της και τον Οκτώβριο (του 1941), την ίδια και τον σύζυγό της. Κλείστηκε στις φυλακές Αβέρωφ για 7 μήνες.
Έχοντας λίγα στοιχεία σε βάρος της, το ιταλικό στρατοδικείο την αθώωσε. Λίγο μετά την αποφυλάκισή της (καλοκαίρι 1942), η Καραγιάννη επανέλαβε τη δράση της πιο συστηματικά, επικοινωνώντας με πράκτορες του συμμαχικού Στρατηγείου Μέσης Ανατολής στην Αίγυπτο.

Η οργάνωσή της, η «Μπουμπουλίνα», έστελνε όχι μόνο φυγάδες αλλά και σημαντικές πληροφορίες για τη δύναμη, τη σύνθεση και τις κινήσεις των γερμανικών και ιταλικών δυνάμεων και των κατασκόπων τους, στη χώρα μας.

Κύριο κέντρο της οργάνωσης, ήταν το μοναστήρι του Αγίου Ιεροθέου στα Μέγαρα. Εντυπωσιακό στοιχείο, είναι ότι στο δίκτυο πληροφοριών της «Μπουμπουλίνας», είχαν ενταχθεί πολλοί Γερμανοί και Ιταλοί αντιφασίστες. Παράλληλα, μέλη της οργάνωσης, είχαν κάνει δολιοφθορές εναντίον εχθρικών στόχων.

Όμως, το καλοκαίρι του 1944, έπεσε στα χέρια των Γερμανών, έγγραφο της «Μπουμπουλίνας» προς το Στρατηγείο Μέσης Ανατολής και σε συνδυασμό με άλλα στοιχεία (πιθανότατα ομολογίες κρατουμένων ή καταδόσεις), συνελήφθη η Λέλα Καραγιάννη που νοσηλευόταν στον Ερυθρό Σταυρό, από την Γκεστάπο. Την ίδια τύχη είχαν και πέντε παιδιά της.

Η Καραγιάννη, δεν λύγισε στις ανακρίσεις και τα βασανιστήρια στην έδρα των SS στην οδό  Μέρλιν και κλείστηκε στη συνέχεια στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου.
Ήταν εντυπωσιακή η αποφασιστικότητα με την οποία άντεξε να βλέπει ακόμα και το μαρτύριο των παιδιών της, ενώ μετέδιδε τον πατριωτικό ενθουσιασμό της και σε άλλους συγκρατούμενούς της.

Στις 8 Σεπτεμβρίου 1944, ένα μήνα περίπου πριν την απελευθέρωση, οι Γερμανοί αφού δεν μπόρεσαν να της αποσπάσουν πληροφορίες, την έστειλαν στο εκτελεστικό απόσπασμα.
Εκτελέστηκε σε μια χαράδρα κοντά στη Μονή Δαφνίου, φωνάζοντας στους υπόλοιπους που είχαν καταδικαστεί μαζί της: «Ψηλά τα κεφάλια»!

Για τη δράση της και τον ηρωισμό της, η Λέλα Καραγιάννη τιμήθηκε ως εθνική ηρωίδα στην Ελλάδα και το εξωτερικό, όσο λίγοι αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης.
Το 1947, η Ακαδημία Αθηνών της απένειμε το Βραβείο Αρετής και Αυτοθυσίας.
Στο Πολεμικό Μουσείο της Αθήνας, έχει στηθεί μπρούντζινη προτομή της, ενώ ανάμεσα στο Εθνικό Μουσείο και το Πολυτεχνείο, στην οδό Τοσίτσα, υπάρχει μαρμάρινη προτομή της.
Την προτομή αυτή, έργο της γλύπτριας Λουκίας Γεωργαντή, που τοποθετήθηκε εκεί το 1963, βανδάλισαν άγνωστοι στις 26 Σεπτεμβρίου 2016.
Τέλος, στη συμβολή των οδών Λέλας Καραγιάννη, αριθμός 1 και Σταυροπούλου, στην Αθήνα, κοντά στην Πλατεία Αμερικής, βρίσκεται η Οικία Λέλας Καραγιάννη. Είναι κτίριο του 1923, ανήκει στον Δήμο Αθηναίων και έχει κηρυχτεί από το 1995 ιστορικό διατηρητέο μνημείο.

Ηρώ Κωνσταντοπούλου: Η 17χρονη ηρωίδα

Μια ακόμα ξεχωριστή γυναικεία μορφή της Εθνικής Αντίστασης ήταν αναμφίβολα η Ηρώ Κωνσταντοπούλου. Οι γονείς της κατάγονταν από τη Σπάρτη. Η ίδια, γεννήθηκε στην Αθήνα στις 11 Ιουλίου 1927. Μαθήτρια ακόμα του οκτατάξιου, τότε, Γυμνασίου, εντάχθηκε το 1943 στην αντιστασιακή οργάνωση ΕΠΟΝ. Μέσα σε ένα χρόνο, ανέπτυξε έντονη αντιναζιστική δράση. Στις αρχές Ιουλίου 1944, μια ομάδα ταγματασφαλιτών, εισέβαλε στο πατρικό της σπίτι, στην οδό Βεΐκου στο Κουκάκι, ενώ οι γονείς της απουσίαζαν και τη μετέφεραν στα κρατητήρια των ταγμάτων. Οι γονείς της, που ήταν ευκατάστατοι, κατάφεραν με διάφορα μέσα, να την απελευθερώσουν προσωρινά.

Λίγες μέρες αργότερα, Γερμανοί των SS, τη συνέλαβαν για δεύτερη φορά και την έκλεισαν στα περιβόητα κρατητήρια της οδού Μέρλιν. Για τέσσερις μέρες τη βασάνιζαν, προκειμένου να μαρτυρήσει τους συνεργάτες της στην οργάνωση. Η Ηρώ Κωνσταντοπούλου που μιλούσε άπταιστα 4 ξένες γλώσσες, ανάμεσά τους και γερμανικά, όχι μόνο δεν υπέκυψε στις δελεαστικές προτάσεις που της έγιναν, αλλά με τις απαντήσεις της στα γερμανικά «χτυπούσε» τους βασανιστές της!

Αργότερα, την έστειλαν στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου και στις 5 Σεπτεμβρίου 1944, τη μετέφεραν μαζί με άλλους 49 κρατούμενους στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής, όπου την εκτέλεσαν. Λέγεται ότι η ίδια έδωσε το παράγγελμα στο εκτελεστικό απόσπασμα να την πυροβολήσει, φωνάζοντας: «Χτυπάτε λοιπόν καθάρματα»!

Μετά από 33 χρόνια, στις 29 Δεκεμβρίου 1977, η Ακαδημία Αθηνών – Τάξη Ηθικών και Πολιτικών Επιστημών – με εισηγητή τον αείμνηστο Ιωάννη Θεοδωρακόπουλο, τίμησε την Ηρώ Κωνσταντοπούλου με βραβείο για υπέρτατες πράξεις ήθους, αναγνωρίζοντας έτσι και τη συμβολή της ΕΠΟΝ στον απελευθερωτικό αγώνα.

Είναι χαρακτηριστικά τα λόγια του Ιωάννη Θεοδωρακόπουλου: «… αντιμετωπίσασα με σθένος … τους βασανιστάς της, τόσον κατά το διάστημα της φυλακίσεώς της όσον και προ του εκτελεστικού αποσπάσματος».

Το 1981, προβλήθηκε η ταινία «17 Σφαίρες για Έναν Άγγελο» («Η Αληθινή Ιστορία της Ηρώς Κωνσταντοπούλου»). Το σενάριο ήταν των Νίκου Φώσκολου – Τάκη Βουγιουκλάκη και η σκηνοθεσία του Νίκου Φώσκολου. Τη μουσική έγραψε ο Ηλίας Ανδριόπουλος, ενώ τραγουδάει η Ελένη Βιτάλη («Μάνα Γλυκιά μην Πικραθείς»).

Την Ηρώ Κωνσταντοπούλου ενσάρκωσε η Μαίρη Βιδάλη. Στην ταινία πρωταγωνιστούσαν ακόμα οι: Γιώργος Φούντας, Νίκος Απέργης, Χρήστος Νομικός, Όλγα Πολίτου κ.ά. Αξιοσημείωτο είναι, ότι στην ταινία αυτή έκανε την πρώτη κινηματογραφική του εμφάνιση ο Παύλος Χαϊκάλης!

Η πρεμιέρα της ταινίας, η οποία έκοψε στην πρώτη προβολή της 135.336 εισιτήρια, έγινε στις 12 Ιανουαρίου 1981. Στην Ηλέκτρα Αποστόλου και άλλες ηρωίδες της Εθνικής Αντίστασης, θα αναφερθούμε σε προσεχές αφιέρωμά μας.

ΠΗΓΕΣ: ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΠΑΠΥΡΟΣ – ΛΑΡΟΥΣ – ΜΠΡΙΤΑΝΙΚΑ Τόμος 37,έκδοση 1989.
ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ, ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ, Τόμος 5.
«ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ», Άγγελος Ρούβας – Χρήστος Σταθακόπουλος, Ελληνικά Γράμματα 2005

Related Post