Δημήτριος Λάλλας (1844-1911): Ένας μεγάλος Μακεδόνας συνθέτης και πατριώτης (pics)

Ένα από τα χαρακτηριστικά της χώρας μας είναι ότι σπουδαίοι άνθρωποι, επιστήμονες, άνθρωποι των τεχνών κλπ παραμένουν άγνωστοι στο ευρύ κοινό, αν και έχουν διαπρέψει συχνά και στο εξωτερικό.

Αναφερθήκαμε εκτενώς την προηγούμενη εβδομάδα στον σπουδαίο και αδικοχαμένο φιλόσοφο Σπύρο Κυριαζόπουλο. Το άρθρο αυτό είχε πολύ μεγάλη απήχηση στους αναγνώστες του protothema.gr. Χαιρόμαστε ιδιαίτερα γι’ αυτό και τους ευχαριστούμε θερμά!

Σήμερα θα ασχοληθούμε με έναν μεγάλο Μακεδόνα συνθέτη τον Δημήτριο Λάλ(λ)α (1844- 1911). Γι’ αυτόν υπάρχουν κάποιες αναφορές στο διαδίκτυο και εκτενή λήμματα σε εγκυκλοπαίδειες.

Ποιος ήταν ο Δημήτριος Λάλ(λ)ας

Να ξεκινήσουμε γράφοντας ότι στις περισσότερες πηγές το επώνυμο του μεγάλου συνθέτη είναι γραμμένο με ένα ‘’λ’’. Σε επιστολή του που διασώζεται ο ίδιος υπογράφει Λάλλα. Θα ακολουθήσουμε στο εξής την γραφή με ένα ‘’λ’’, που είναι η επικρατέστερη μέχρι τώρα.

Ο Δημήτριος Λάλας γεννήθηκε στο Μεγάροβο του Μοναστηρίου (σήμερα στα Σκόπια) το 1844. Παλαιότερες αναφορές που χρονολογούν τη γέννησή του το 1848 μάλλον είναι ανακριβείς. Ο πατέρας του Στέργιος ήταν πλούσιος υφασματέμπορος και η οικογένεια του Λάλα μία από τις πλουσιότερες των Βαλκανίων. Ο Δημήτριος είχε μια αδελφή, τη Δόμνα και τρεις αδελφούς, τον Κωνσταντίνο, τον Μιχαήλ και τον Πέτρο.

Σπούδασε στο Μοναστήρι, τη Θεσσαλονίκη και την Αθήνα και μεταξύ 1865 και 1868 οικονομικές επιστήμες στο Ινστιτούτο Thudicum της Γενεύης.

Έχοντας προφανώς αξιόλογες βάσεις μουσικής παιδείας, μεταξύ 1868 και 1870 σπούδασε στο Ωδείο του Μονάχου. Το 1870 φαίνεται ότι γνώρισε τον μεγάλο Γερμανό συνθέτη Ρίχαρντ Βάγκνερ και ως το 1876 υπήρξε μαθητής και συνεργάτης του. Αν και ο βιογράφος του Βάγκνερ Κ. Φ. Γκλάζεναπ απλώς αναφέρει τον Λάλα μεταξύ των μουσικών βοηθών του, τα ‘’Ημερολόγια’’ (‘’Die Tagebucher’’) της Κόζιμα, της δεύτερης συζύγου του Βάγκνερ, κόρης του Φραντς Λιτς (η οποία σε πρώτο γάμο είχε παντρευτεί τον μαέστρο Χανς φον Μπίλοφ), με εννέα αναφορές στον Λάλα, τεκμηριώνουν πέρα από κάθε αμφιβολία την φιλική σχέση του ζεύγους με τον Λάλα.

Μάλιστα ο νεαρός συνθέτης είχε γίνει γνωστός στον κύκλο του Βάγκνερ ως ο ‘’Μακεδόνας’’. Ο ίδιος θεωρούσε ότι ήταν Έλληνας, που καταγόταν από μια συγκεκριμένη περιοχή της Ελλάδας, τη Μακεδονία και ότι ήταν απόγονος των αρχαίων Ελλήνων. Όπως σημείωνε η Κόζιμα Βάγκνερ, το πρώτο βράδυ της επίσκεψης- συνεργασίας στο σπίτι του ζευγαριού έγινε μια ‘’παράξενη συζήτηση με τον Μακεδόνα, που διατείνεται ότι κατάγεται από τους αρχαίους Έλληνες’’.

Από τα ‘’Ημερολόγια’’ της Κόζιμα είναι σχεδόν προφανές ότι ανάμεσα σ’ αυτήν και τον Δ. Λάλα υπήρξε αμοιβαία ερωτική έλξη. Ο Λάλας μην θέλοντας να προδώσει τον δάσκαλό του εγκατέλειψε την Γερμανία. Πάντως το όνομά του χαράχτηκε, όπως άλλωστε και τα ονόματα όλων των συνεργατών του Βάγκνερ, στην αναμνηστική πλάκα στο θέατρο όπου παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το μελόδραμα ‘’Το Δαχτυλίδι των Νιμπελούγκεν’’. Ο Λάλας υπήρξε ένας από τους βοηθούς του Βάγκνερ κατά την πρώτη διδασκαλία του έργου αυτού.

Μετά τη Γερμανία ο Λάλας φαίνεται ότι πήγε στην Αυστρία. Στη Βιέννη τον ερωτεύτηκε παράφορα η πανέμορφη κόρη του βαρόνου Χιλ. Διετέλεσε επίσης διευθυντής ορχήστρας στο Σάλτσμπουργκ, ενώ στο Πρέσμπουργκ θριάμβευσε αντικαθιστώντας τον αρχιμουσικό Χανς Ρίχτερ σε συναυλία έργων του Βάγκνερ παρουσία του ίδιου του συνθέτη.

Το 1877 επέστρεψε στη Γερμανία προκειμένου να αποχαιρετήσει τον δάσκαλό του και στη συνέχεια γύρισε στην Ελλάδα.

Ο Δ. Λάλας στη Θεσσαλονίκη

Μεταξύ 1877 και 1881 ο Δ. Λάλας αφού επέστρεψε αρχικά στο Μοναστήρι δίδαξε μουσική στη Χάλκη (ένα από τα Πριγκιποννήσια της Κων/πολης) και τελικά εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη (1881).

Εκεί είχε μαθητές μεταξύ άλλων τον Σωτήρη Γραικό, τον ιδρυτή του πρώτου Ωδείου της ‘’νύμφης του Θερμαϊκού’’ και τον Αιμίλιο Κου, ο οποίος αργότερα άλλαξε το επίθετό του και έγινε ο πασίγνωστος, μεγάλος συνθέτης Αιμίλιος Ριάδης.

Αργότερα, ο Λάλας απέρριψε προτάσεις για να εργαστεί στην Αθήνα και την Οδησσό και παρέμεινε στη Μακεδονία. Το 1888 σε άρθρο της εφημερίδας ‘’Ακρόπολις’’ αναφέρεται ότι ο Λάλας ‘’θα διέλθει τον χειμώνα’’ στην ελληνική πρωτεύουσα. Ο Λάλας χαρακτηρίζεται ως ένας ‘’εκ των θερμοτέρων φιλοπατρίδων Μακεδόνων’’ και αναφέρεται ότι ο ‘’ευδόκιμος’’ συνθέτης υπήρξε ‘’πεφιλημένος μαθητής του Βάγκνερ’’.

Τότε ο Λάλας συνέχισε το ‘’Μακεδονικόν Εμβατήριον’’ με την προοπτική να παιχτεί στις εκδηλώσεις για την εικοσιπενταετηρίδα του βασιλιά Γεώργιου στον θρόνο. Δυστυχώς σε δημοσίευμα της εφημερίδας ‘’Ακρόπολις’’ διαβάζουμε ότι:’’…δι’ έλλειψιν χρόνου δεν ηδυνήθη να μάθει και εκτελέσει τας εορτάς της εικοσιπενταετηρίδος η του Κ. Σάιλερ μουσική’’.

Τελικά την 1η Νοεμβρίου του 1888 (παλαιό ημερολόγιο) ‘’ωραιότατον εμβατήριον ήκουσαν (…) προ των Ανακτόρων εκτελούμενον υπό της του Κ. Σάιλερ μουσικής της φρουράς όσοι παρευρέθησαν εκεί. Ήτο το Μακεδονικόν Εμβατήριον, το οποίον συνέθεσεν ο Έλλην μουσικός κ. Δ. Λάλας. Για το Εμβατήριο αυτό η αθηναϊκή ‘’Εφημερίς’’ των αδελφών Δημητρίου και Λάμπρου Κορομηλά έγραψε τα εξής:

«Ως μουσικόν έργον το εμβατήριον τούτο είναι όντως κλασικόν, θαυμασίως δ’ απεικονίζει το εξεγειρόμενον πατριωτικόν φρόνημα των Μακεδόνων και τον προς δράσιν οργασμόν αυτών, ενώ το χαριέστατον ανατολίζον minore δια του πενθίμου και μελαγχολικού του ήχου μαρτυρεί την δουλικήν έτι κατάστασιν της ενδόξου εκείνης ελληνικής χώρας (ενν. της Μακεδονίας). Ουδεμία αμφιβολία ότι το μακεδονικόν τούτο εμβατήριον του κ. Λάλα θέλει καταστεί η Μασσαλιώτις (ο γαλλικός εθνικός ύμνος) του ελλην. λαού δια το ζήτημα της Μακεδονίας, είναι δ’ αληθώς θερμών συγχαρητηρίων άξιος και ο συνθέτης του έργου και ο εκτελεστής αυτού κ. Σάιλερ».

Να θυμίσουμε ότι ο Λάμπρος Κορομηλάς έπαιξε αργότερα πολύ σημαντικό ρόλο στον Μακεδονικό Αγώνα.

Λάλας και Ίων Δραγούμης – Ο «Μακεδονικός Παιάν»

Όπως αναφέραμε, ο Δημήτριος Λάλας το 1881 εγκαταστάθηκε μόνιμα στη Θεσσαλονίκη. Επισκεπτόταν το Μεγάροβο και το Μοναστήρι, ανάμεσα στα άλλα, και για να συλλέξει δημοτικά τραγούδια από την ευρύτερη περιοχή. Δίδασκε μουσική και πιάνο σε κόρες πλούσιων οικογενειών της Θεσσαλονίκης, αλλά φαίνεται ότι κρατούσε αποστάσεις από το έργο των μουσικών ομίλων της πόλης που έκαναν τότε τα πρώτα τους βήματα.

Το 1902, ο Ίων Δραγούμης, νεαρός διπλωματικός υπάλληλος του Υπουργείου Εξωτερικών, διορίστηκε με τον βαθμό του υποπρόξενου στο Μοναστήρι. Γύρισε ολόκληρη τη Μακεδονία καταγράφοντας τις συνθήκες διαβίωσης των ελληνικών πληθυσμών. Ενημέρωσε τους ανωτέρους του στο Υπουργείο για όσα συνέβαιναν στην περιοχή, ενώ παράλληλα, αρθρογραφούσε στον Τύπο για τα δίκαια των Ελλήνων της Μακεδονίας.

Συνεργάστηκε στενά με Έλληνες πατριώτες της Μακεδονίας, με τους οποίους ίδρυσε στα τέλη του 1902 τη «Μακεδονική Άμυνα», επιτροπές της οποίας έκαναν την εμφάνισή τους σε πόλεις και χωριά της Μακεδονίας, προετοιμάζοντας τους κατοίκους της για ένοπλο αγώνα.

Από το 1904, ξεκινά ο Μακεδονικός Αγώνας, ο οποίος γιγαντώνεται μετά τον θάνατο του Παύλου Μελά τον Οκτώβριο αυτού του έτους. Το 1906, ο Αγώνας διένυε τον τρίτο χρόνο της ένοπλης φάσης του. Στην Αθήνα, που αποτελούσε το κέντρο των πολιτικών και διπλωματικών εξελίξεων, η κοινή γνώμη είχε ευαισθητοποιηθεί, άρθρα γράφονταν καθημερινά στον Τύπο για το θέμα της Μακεδονίας, ενώ είχε αναπτυχθεί έντονη φιλανθρωπική δραστηριότητα για την οικονομική ενίσχυση του ένοπλου αγώνα.

Η οικογένεια Δραγούμη, με καταγωγή από το Βογατσικό της Μακεδονίας, πρωτοστατεί στη δράση υπέρ του Μακεδονικού Αγώνα. Να μην ξεχνάμε, ότι η αδελφή του Ίωνα Ναταλία, ήταν η σύζυγος του ήρωα Παύλου Μελά.

Ο Ίων Δραγούμης γνώρισε στο Μοναστήρι τον Δημήτριο Λάλα. Οι λεπτομέρειες των σχέσεών τους δεν είναι γνωστές, αλλά σύμφωνα με μαρτυρίες του Φίλιππου Δραγούμη, ο αδελφός του Ίων, εκτιμούσε ιδιαίτερα τον Μακεδόνα συνθέτη.

Κάποια στιγμή, πριν το 1906, ο Λάλας συνθέτει ένα έξοχο μουσικό έργο για τον Μακεδονικό Αγώνα, με τίτλο «Μακεδονικός Παιάν». Δεν γνωρίζουμε αν αυτό έγινε μετά από παρότρυνση του Δραγούμη ή αν ο Λάλας συνέθεσε τον «Παιάνα» με δική του πρωτοβουλία.

Στις 18 Φεβρουαρίου 1906, ο Λάλας με επιστολή του ενημερώνει τον Ίωνα ότι του στέλνει τη μουσική του δημιουργία όπως είχαν συμφωνήσει, με σκοπό «την ταχυτέραν αντιγραφήν και ευπρεπεστέραν εκτέλεσιν της συνθέσεώς του». Ο Λάλας ζητά να παραλάβει το έργο ο Καίσαρης (δεν διευκρινίζει αν αναφέρεται στον Ιωσήφ ή τον Σπυρίδωνα Καίσαρη, δύο σπουδαίους Κερκυραίους συνθέτες και αρχιμουσικούς της εποχής), να το μελετήσει καλά «καθόσον το έργον τυγχάνει ολίγον περίπλοκον» και δεν θα ήθελε «να εντροπιάσει την φιλτάτην πατρίδαν και τους Μακεδόνας» και να του το επιστρέψει, καθώς δεν έχει άλλο αντίγραφο.

Τον Μάρτιο του 1906, ο Ίων Δραγούμης σε επιστολή του στον πατέρα του Στέφανο, προτείνει να γίνουν προσπάθειες για να ακουστεί το έργο αυτό κατά τη διάρκεια της Μεσολυμπιάδας που θα διοργανώνονταν στην Αθήνα. Σε ένα τέτοιο γεγονός, η εκτέλεση του «Παιάνα» θα αποκτούσε μεγάλη σημασία και, όπως σημειώνει ο Ίων Δραγούμης, «οι συνηγμένοι Έλληνες και οι ξένοι θα έβλεπον ότι εν πάση περιπτώσει συμπάσχομεν και συναισθανόμεθα μετά της Μακεδονίας.

Τελικά ο «Μακεδονικός Παιάν», δεν παίχτηκε στους Μεσολυμπιακούς Αγώνες του 1906, που θυμίζουμε ότι παρά την τεράστια επιτυχία τους και τη συμμετοχή εκατοντάδων αθλητών από πολλές χώρες, δεν αναγνωρίστηκαν ποτέ από τη ΔΟΕ.

Ίσως τα χρονικά περιθώρια δεν επαρκούσαν για την εκτέλεση του «Παιάνα»

Παίχτηκε όμως στις 21 Φεβρουαρίου 1907 σε χορό υπέρ της Μακεδονικής Περιθάλψεως, που δόθηκε στη Στρατιωτική Λέσχη Αθηνών, από μπάντα 30 μουσικών. Στο ανέκδοτο προσωπικό ημερολόγιο του Φίλιππου Δραγούμη, ο Γιώργος Λεωτσάκος εντόπισε, μεταξύ άλλων, την εξής αναφορά για τον «Μακεδονικό Παιάνα»: «…κατ’ αρχάς παριστάνει την λυπηράν κατάστασιν της Μακεδονίας, αίφνης ακούγονται σάλπιγγες εξεγείρουσαι πάλιν την συνείδησιν των Ελλήνων και εις το τέλος συναρμολογεί την αρχήν του εθνικού ύμνου, δηλών ούτω τας ελπίδας του Ελληνισμού και τελειώνει με ήχους ενθουσιασμού. Αισθάνεται κανείς ότι (ο Λάλας) είναι μαθητής του Wagner και μαθητής του Beethoven».

Όπως γράφει η Στέλλα Κουρμπανά: «Ο εθνικός ύμνος συνειδητή αναφορά και πραγματικό εξαγγελτικό μοτίβο ήταν αυτό που συνέδεε άρρηκτα τη μοίρα της Μακεδονίας με εκείνη της υπόλοιπης, της απελευθερωμένης πλέον Ελλάδας υπογραμμίζοντας την ελληνικότητα της Μακεδονίας, ενώ η σχέση με την αρχαία Ελλάδα υποδηλωνόταν από τον ίδιο τον τίτλο, δηλαδή, την επιλογή της αρχαιοελληνικής λέξης «παιάν».

Δεν είναι γνωστό αν ο Λάλας είχε εμπλακεί ενεργά στον Μακεδονικό Αγώνα. Ωστόσο, ο φίλος του Γ.Θ. Σαγιαξής, αναφέρει ένα περιστατικό, χαρακτηριστικό του πατριωτισμού του:

«…ολίγον προ της κηρύξεως τον Συντάγματος ο εκ των Γάλλων διοργανωτών της Χωροφυλακής L. Lamanche εξωνημένον όργανον των Βουλγάρων και Ρουμάνων, ετόλμησε να εκφρασθεί εις το Olympos Palace εναντίον των Ελλήνων της Μακεδονίας, ο αοίδημος Δημήτριος αντεπεξήλθε μετά τόσης δριμύτητας και ευγλωττίας, ανέπτυξε μετά τόσης θέρμης την εν τη χερσονήσω του Αίμου ιστορικήν και εκπολιτιστικήν δράσιν του Ελληνισμού, ώστε οι εν τω Καφενείω παρόντες ομογενείς εκστατικοί και έξαλλοι, προέβησαν εις ενθουσιώδη υπέρ αυτού διαδήλωσιν».

Ο θάνατος του Δ. Λάλα – Πώς χάθηκαν τα έργα του

Όπως αναφέραμε, ο Δ. Λάλας επισκεπτόταν πολύ συχνά το Μοναστήρι, από τα σημαντικότερα κέντρα του ελληνισμού της Μακεδονίας εκείνη την εποχή, κυρίως για να συλλέξει δημοτικά τραγούδια. Σε μία από τις επισκέψεις του εκεί, το καλοκαίρι του 1911, προσβλήθηκε από χολέρα και πέθανε.

Το 1917, κατά τη συμμαχική Κατοχή της Θεσσαλονίκης, συγγενείς του εμπιστεύτηκαν τα χειρόγραφά του σε έναν Ιταλό ταγματάρχη που εκδήλωσε θαυμασμό για τα έργα του Λάλα και τα έστειλε με ιταλικό πλοίο για να εκδοθούν στην πατρίδα του. Γερμανικό υποβρύχιο όμως, τορπίλισε το ιταλικό πλοίο έξω απ’ τη Θεσσαλονίκη και τα περισσότερα έργα του Λάλα χάθηκαν στα νερά του Θερμαϊκού, καθώς ο ίδιος δεν κρατούσε αντίγραφα.

Ό, τι σώζεται ως τώρα, είναι έργα για χορωδία:

«Η Σκήτη» (“Die Karthause”), σε στίχους Φογκλ, «Άβε Μαρία», «Νανούρισμα», «Βραδινή Γαλήνη» και «Μοναξιά» (στίχοι Γιόζεκ Άιχεντορφ) και 6 τραγούδια για τρίφωνη χορωδία: «Ύμνος εις τον Θεόν» (στίχοι Α. Κατακουζηνού), «Νανούρισμα» (στίχοι Γ. Ζαλοκώστα), «Το Τριαντάφυλλον» (στίχοι Α. Βλάχου), «Εις το Φεγγάρι» (στίχοι Γ. Ζαλοκώστα), «Το Αγγελούδι του Φτωχού Παιδιού» (στίχοι Αιμίλιου Ειμαρμένου) και «Άσμα εις το Έαρ» (στίχοι Φίλιππου Ιωάννου).

Κλείνουμε με απόσπασμα από τη νεκρολογία του Δ.Λάλα,που γράφτηκε από τον φίλο του Γ.Θ.Σαγιαξή:
« Ωραία, εκφραστική φυσιογνωμία, λεπτή αριστοκρατική διάνοια, έξοχον μουσικόν τάλαντον, χαρακτήρ ειλικρινής και άδολος, αλλά και σιωπηλός και παράδοξος…».

Θέλοντας όπως πάντα να παρουσιάσουμε κάτι διαφορετικό, απευθυνθήκαμε στην Έφορο των Αρχείων του Ωδείου Αθηνών κυρία Στέλλα Κουρμπανά, η οποία έχει ασχοληθεί εκτός των άλλων, ιδιαίτερα και με τον Δ. Λάλλα. Με μεγάλη προθυμία και ευγένεια η κυρία Κουρμπανά έθεσε στη διάθεσή μας πληθώρα στοιχείων για τον σπουδαίο αυτόν συνθέτη. Με την ευκαιρία να σημειώσουμε ότι η κυρία Κουρμπανά και οι συνεργάτες της επιτελούν σημαντικό έργο στο Ωδείο Αθηνών, το Αρχείο του οποίου φαίνεται ότι κρύβει θησαυρούς. Σύντομα ελπίζουμε θα αφιερώσουμε ένα άρθρο στην κυρία Κουρμπανά και το έργο της στο Ωδείο, καθώς θεωρούμε ότι οι άνθρωποι που προσφέρουν τόσα πολλά, δεν θα πρέπει να μένουν στο παρασκήνιο.

Πηγές: Στέλλα Κουρμπανά, «Ο Δημήτριος Λάλλας (1844-1911) και ο Μακεδονικός Αγώνας», Από το Μακεδονικόν Εμβατήριον στον Μακεδονικό Παιάνα». ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΔΑΛΕΖΙΟΥ, «Ο ΣΥΝΘΕΤΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΛΑΛΑΣ ΚΑΙ Ο ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ ΠΑΙΑΝ: ΔΥΟ ΑΝΕΚΔΟΤΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΑΡΧΕΙΟ ΤΟΥ ΙΩΝΟΣ ΔΡΑΓΟΥΜΗ», περιοδικό ΜΟΥΣΙΚΟΣ ΕΛΛΗΝΟΜΝΗΜΩΝ, τ.10, ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ-ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2011. ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ,ΤΟΜΟΣ 5, όπου το λήμμα για τον Δ.Λάλα υπογράφει ο Γ.Λεωτσάκος.

Πηγή: protothema.gr

Related Post