Ορλάντο Γούλριτζ: Ο φόργουορντ «δυναμίτης»

2016-01-10T12:14:42+00:00 2016-01-10T12:17:42+00:00.

Aris Barkas

10/Jan/16 12:14

Eurohoops.net

Ασυναγώνιστος στο ανοιχτό γήπεδο και εξαιρετικά θεαματικός, ο Γούλριτζ μεγαλούργησε για περισσότερο από μια δεκαετία στα παρκέ του NBA. Το Eurohoops ξυπνά μνήμες από τον αείμνηστο Αμερικανό άσο

Του Γιώργου Μπακόλα

Ασυναγώνιστος στο ανοιχτό γήπεδο και απίστευτα θεαματικός (θεωρείται από τους μετρ της μόδας των καρφωμάτων που καθιερώθηκε -κυρίως- στη δεκαετία του ’80), ο Γούλριτζ (16/12/1959, 2.06) μεγαλούργησε για παραπάνω από μια δεκαετία στα παρκέ του NBA. Η πιο αξιομνημόνευτη περίοδος της καριέρας του εντοπίζεται κατά πρώτο λόγο στο διάστημα 1983-1987, όπου οι αριθμοί του στο σκοράρισμα έπαιζαν σταθερά γύρω από τους 20 πόντους, και κατά δεύτερο στη σεζόν 1990-91 όταν σκόραρε 25.1 πόντους ανά παιχνίδι. Μάλιστα τo 1984-85 σκόραρε κατά μέσο όρο 22.9 πόντους, έχοντας συμπαίκτη τον πρωτοεμφανιζόμενο -τότε- Μάικλ Τζόρνταν!

Παρ’ όλα αυτά, ο ασταθής του χαρακτήρας και τα μπλεξίματα που είχε με τα ναρκωτικά δεν του επέτρεψαν να περάσει ποτέ τις πύλες ενός All Star Game και να εδραιωθεί στις συνειδήσεις του κόσμου ως ένας πληθωρικός σούπερ σταρ. Έστω κι έτσι, πάντως, ολοκλήρωσε την καριέρα του στο NBA έχοντας 13.623 πόντους ή αλλιώς 16 πόντους κατά μέσο όρο (αλλά και 4.3 ριμπάουντ και 1.9 ασίστ), αριθμός που αποδείχτηκε υπεραρκετός για να του εξασφαλίσει το εφάπαξ του στην Ιταλία, αρχικά με τη φανέλα της Μπένετον Τρεβίζο (1994-95) κaι εν συνεχεία με αυτή της Βίρτους Μπολόνια (1995-96).

Επί της ουσίας, όμως, οι δυο αυτές χρονιές αποδείχτηκαν η μέρα με τη νύχτα για τον διοπτροφόρο φόργουορντ, καθώς στην πρώτη περίπτωση, υπό τις οδηγίες του Μάικ Ντ’ Αντόνι, έκανε… παπάδες, κατακτώντας το Ευρωπαϊκό Κύπελλο, αλλά και το κύπελλο Ιταλίας (MVP της διοργάνωσης). Στη δεύτερη, ωστόσο, ταλαιπωρήθηκε από τραυματισμούς και απογοήτευσε με την απόδοσή του, αποτυγχάνοντας να οδηγήσει τη Βίρτους στην κορυφή της Ευρώπης, η οποία περιορίστηκε στο Super Cup Ιταλίας (MVP κι εδώ).

Ο Γούρλιτζ έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 52 ετών (σ.σ. στις 31/5/2012) μετά από χρόνια προβλήματα με την καρδιά του, αφήνοντας πίσω του τρία παιδιά. Σημειωτέον πως το 2010 μπήκε στο «Hall of Fame» της Λουιζιάνα, ενώ στο ΝΒΑ φόρεσε τη φανέλα των Μπουλς (1981-1986), Νετς (1986-1988), Λέικερς (1988-1990), Νάγκετς (1990-1991), Πίστονς (1991-1993), Μπακς (1993) και Σίξερς (1993-1994). Στο τέλος της καριέρας του εργάστηκε σαν προπονητής στο WNBA και το ABA, ενώ ήταν κάτοχος πτυχίου στα οικονομικά.

×