Του Μιχάλη Στεφάνου / info@eurohoops.net
Ο Ολυμπιακός έθεσε ως αδιαπραγμάτευτο στόχο την κατάκτηση της Ευρωλίγκας, παρουσίασε ένα εξαιρετικό σύνολο που έδειχνε ικανό να τα καταφέρει, αλλά στο Άμπου Ντάμπι απέτυχε για δύο βασικούς λόγους: Πρώτον, γιατί δημιούργησε στον εαυτό του μια αχρείαστη και αφόρητη πίεση, σε σημείο που ο φόβος της ήττας επισκίασε την προοπτική της νίκης. Δεύτερον, γιατί πολύ απλά το δικό του μπάσκετ αναχαιτίστηκε από έναν αντίπαλο πιο έτοιμο και πιο διαβασμένο, με καλύτερο σχέδιο, μεγαλύτερη συγκέντρωση και περισσότερους πρωταγωνιστές.
Με λίγα λόγια οι ερυθρόλευκοι εγκλωβίστηκαν τόσο σε πνευματικό, όσο και σε αγωνιστικό επίπεδο κι αυτό εξηγεί την κάκιστη εικόνα τους στον ημιτελικό με την Μονακό. Τι από τα δύο τους κόστισε περισσότερο, κανείς δεν μπορεί να το πει με απόλυτη σιγουριά, αλλά επειδή το να βρίσκεται κανείς στο υψηλότερο επίπεδο του πρωταθλητισμού εν έτη 2025, προϋποθέτει εκτός από το ταλέντο και μια άλφα ψυχική ισορροπία, φαίνεται να υπερισχύει ως αιτία το αμιγώς μπασκετικό κομμάτι.
Η Μονακό κέρδισε κατά κράτος μέσα στις τέσσερις γραμμές, γιατί η τακτική της ανέδειξε όλες τις αδυναμίες του Ολυμπιακού. Προσέγγισε το ματς με την ξεκάθαρη και μάλλον αναμενόμενη διάθεση (αφού το είχε κάνει και στη rs) να κόψει την κυκλοφορία των Πειραιωτών από την πρώτη κιόλας πάσα. Εμπόδισε την motion επίθεση και το παιχνίδι χωρίς μπάλα μέσα από το οποίο προκύπτουν και οι περισσότερες ασίστ τους, οδήγησε τους γκαρντ στα 10-12 μέτρα απόσταση από το καλάθι και τους απομόνωσε με την μπάλα στα χέρια, επιλέγοντας αν είναι να “χάσει”, να χάσει από εκείνους στο 1Vs1.
Μόνο που κάτι τέτοιο ήταν εξαιρετικά αμφίβολο ότι θα συμβεί. Με τον Ουόκαπ να μην είναι τέτοιος παίκτης και επιπλέον να βρίσκεται μακριά από τον παλιό καλό του εαυτό, τον Βιλντόζα και τον Λι να περιορίζονται σε διεκπεραιωτικούς ρόλους που δεν τους επέτρεπαν να αναδείξουν τα χαρακτηριστικά τους, τον εξαφανισμένο εδώ και καιρό ΜακΚίσικ και τον Ντόρσεϊ που διαθέτει τέτοια στοιχεία να έχει -δυστυχώς- τεθεί στο περιθώριο, ο Ολυμπιακός ξέμεινε από επιλογές, εγκλωβίστηκε σ’ ένα ασφυκτικά στενό πλαίσιο δράσης κι όσο κι αν ανακάτευε την τράπουλα, έπεφτε διαρκώς στο ίδιο αδιέξοδο.
Ουσιαστικά, οι μόνοι παίκτες από το βασικό rotation που θα μπορούσαν να τιμωρήσουν την συγκεκριμένη άμυνα, αφού διαθέτουν κάθετο παιχνίδι και ευχέρεια να δημιουργήσουν τα δικά τους σουτ ήταν ο Φουρνιέ με τον Ουίλιαμς-Γκος. Ο πρώτος το έκανε στον απόλυτο βαθμό φτάνοντας σε μια συγκλονιστική εμφάνιση, ενώ ο δεύτερος παρότι ξεκίνησε με 3/3 δίποντα, δεν είχε ανάλογη συνέχεια. Aπό τους υπόλοιπους κανένας δεν μπόρεσε να βγει μπροστά (όπως πχ το είχε κάνει ο Σακ στο ματς του Πριγκιπάτου με 18 πόντους με τρία τρίποντα) και κάπως έτσι, ο Ολυμπιακός κόπηκε στη μέση και τίποτα από όσα έκανε στο παρκέ δεν είχαν σχέση με το γνώριμο τρόπο παιχνιδιού του.
Ο Βεζένκοφ, στο μοναδικό πραγματικά κακό παιχνίδι του όλη της σεζόν, απέτυχε να ανοίξει την άμυνα, αφού κάποια τραβηγμένα σουτ που πήρε στο ξεκίνημα ήταν άστοχα, ενώ στην επανάληψη δεν βρήκε παρά μία μόλις προσπάθεια. Ο Πίτερς έπαιξε λίγο, η μπάλα δεν πέρασε παρά ελάχιστες φορές στους ψηλούς και κάπως έτσι προέκυψαν τα χαμηλά ποσοστά ευστοχίας και δημιουργίας, στην χειρότερη επιθετική συγκομιδή ολόκληρης της σεζόν.
ΑΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΗ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
Σε ό,τι έχει να κάνει με την περιβόητη πίεση, τώρα, η αλήθεια είναι ότι άνευ λόγου απέκτησε μεγαλύτερη διάσταση από την πραγματική της. Πίεση μπορεί να έχεις όταν προηγείσαι και δεν μπορείς να κλείσεις το ματς, ή όταν το αποτέλεσμα φτάνει να κριθεί στο τελευταίο σουτ και σου ξυπνούν άσχημες αναμνήσεις. Κατά τα άλλα γιατί να έχει τόση πίεση από το πρώτο λεπτό μια ομάδα που πατάει γερά στα πόδια της όλη τη χρονιά κι έχει αποδείξει επανειλημμένως το μέταλλο της; Το ταλέντο της ήταν εκεί, ο κόσμος της ήταν κυρίαρχος, οι συνθήκες ήταν ιδανικές, οι αντίπαλοι αντιμετωπίσιμοι. Τι άλλο ήθελε για να βγει και να παίξει σύμφωνα με τις δυνατότητές της;
Από ´κει και πέρα, το λάθος που έκανε εξ’ αρχής ο Ολυμπιακός, ήταν ότι -προφανώς επηρεασμένος από την περσινή επιτυχία του Παναθηναϊκού– έβαλε μόνος του το κεφάλι του στην γκιλοτίνα του “όλα ή τίποτα”. Διότι όσο κι αν πιστεύεις στην ποιότητα του ρόστερ σου, στον προπονητή σου και την αξία σου γενικότερα, όσο κι αν ξεχωρίζεις στον μαραθώνιο της regular season, ξέρεις ότι το τρόπαιο θα “παιχτεί” τελικά σε 40 + 40 λεπτά στο τέλος Μαϊου. Υπό αυτή την έννοια μόνο αχρείαστο βάρος προσφέρει το να επαναλαμβάνεις από τον Οκτώβρη τον προφανή, αλλά και τόσο μακρινό στόχο της κατάκτησής του.
Πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις η προσπάθεια αποφόρτισης έχει σαφώς πιο θετική επίδραση από την διαρκή υπενθύμιση του μεγάλου “πρέπει”, το οποίο έτσι κι αλλιώς γνωρίζουν καλύτερα από τον καθένα οι πρωταγωνιστές. Κανονικά, ο Ολυμπιακός θα έπρεπε να μπει στο παρκέ της Etihad Arena για να δείξει σε όλους ποιος είναι κι όχι ποιος… δεν είναι. Κυριευμένος από την λαχτάρα της επιτυχίας, αντί της ανάγκης αποτινάξει από πάνω του την στάμπα της ομάδας που δεν τα καταφέρνει στα Final Four.
Ο ΘΥΜΟΣ ΠΡΟΤΙΜΟΤΕΡΟΣ ΑΠΟ ΤΑ ΔΑΚΡΥΑ
Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει εγγυημένος τρόπος να κατακτήσεις μια διοργάνωση που κρίνεται σε ένα τριήμερο. Ο Ολυμπιακός έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι του για να δημιουργήσει μια πανίσχυρη ομάδα, κυριάρχησε στον μαραθώνιο της Euroleague, αλλά στο πιο σημαντικό παιχνίδι της σεζόν εμφανίστηκε ανέτοιμος. Το άδοξο φινάλε μιας ακόμα εξαιρετικής πορείας δεν ακυρώνει την προσπάθεια, ουτε διαγράφει την εξαιρετική δουλειά της τελευταίας τετραετίας, αλλά πονάει και ενοχλεί.
Το να χάνεις είναι κομμάτι του αθλητισμού, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι θα συμβιβαστείς με το αρνητικό αποτέλεσμα, ότι θα μείνεις απαθής και θα κρυφτείς πίσω από δικαιολογίες, ακόμα κι όταν αυτές υπάρχουν. Η αποδοχή είναι χειρότερη κι από την ήττα. Η συνήθεια… σκοτώνει τον έρωτα κι ο Ολυμπιακός μόνο ως έρωτας πρέπει να αντιμετωπίζεται από εκείνους που τον υπηρετούν.
Οι ερυθρόλευκοι δεν έχουν λόγο να κλαίνε πάνω από το χυμένο γάλα, αλλά μπορούν ελεύθερα να τα βάλουν με τον εαυτό τους για τις τέσσερις διαδοχικές χαμένες ευκαιρίες (κάθε Final Four, λόγω της μορφής του, αποτελεί ευκαιρία για όποιον μετέχει), που δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα συνεχίσουν να έρχονται με την ίδια συχνότητα. Όταν είσαι θυμωμένος έρχονται αλλαγές, είχε πει ο Malcom X κι Ολυμπιακός υποχρεούται να δει τι του λείπει από το μπάσκετ που συνήθως παίζεται στα Final Four, ώστε να επιστρέψει ακόμα πιο δυνατός.
ΑΜΕΣΗ ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ
Ευτυχώς για κάθε πίκρα, υπάρχει πάντα η ευκαιρία της επόμενης μέρας. Το χειρότερο σε τέτοιες περιπτώσεις είναι να χάσεις το κίνητρο και τον προσανατολισμό σου. Αντίθετα, το να αντέχεις το αρνητικό αποτέλεσμα με αξιοπρέπεια και να υπομένεις την κριτική με ψυχραιμία είναι ενδείξεις μεγαλείου.
Η λήξη του Final Four έφερε στην επιφάνεια πικρίες, παράπονα και ειλημμένες αποφάσεις κι ο Ολυμπιακός καλείται τώρα μέσα από εσωτερικές διεργασίες, να δείξει -όπως έχει ξαναδείξει στο παρελθόν- ότι διαθέτει τους μηχανισμούς επιβίωσης, ώστε να γυρίσει τον διακόπτη και να παλέψει με όλες τους τις δυνάμεις για τον τίτλο. Ο συγκεκριμένος σύλλογος, όσο συναισθηματικά ολέθριας κι αν γίνεται, σου δίνει κάθε μέρα την ευκαιρία να ξεπεράσεις τον εαυτό σου και φανείς αντάξιος του. Γιατί όσοι τον αγαπούν, δεν του γυρνούν ποτέ την πλάτη.
Διαβάστε ακόμη
- Παναθηναϊκός – Ολυμπιακός: Από μία διαθέσιμη αλλαγή, τα δεδομένα για τους ξένους ενόψει Τελικών της GBL
- Παναθηναϊκός vs. Ολυμπιακός: Για 22η φορά αντίπαλοι σε τελικούς της GBL (πίνακας)
- Παναθηναϊκός & Ολυμπιακός: Επέστρεψαν από Άμπου Ντάμπι και προετοιμάζονται για Τελικούς GBL
- Βιλντόζα: “Θέλω να μείνω στον Ολυμπιακό για πάρα πολλά χρόνια – Απολαμβάνω το μπάσκετ”
- ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΨΥΧΗΣ του Φουρνιέ στο Eurohoops: “Γύρισα, είδα τους οπαδούς μας και λύγισα”
- ΜακΚίσικ: Σκέφτεται την απόσυρση και το “είμαι έκπληκτος, πρέπει να μιλήσουμε” του Μπαρτζώκα